Βιβλικές Αλήθειες

Κατεβάστε αυτή την μελέτη σαν PDF και τυπώστε την ή διαβάστε την στον υπολογιστή σας ή και στο ebook reader / smartphone σας (PDF) Αυτό το βιβλίο σε PDF

Καινή Διαθήκη: εθελούσιες συνεισφορές - 2 Κορινθίους 8 και 9



Όπως είπαμε και πιο πριν, το δέκατο είναι ένας όρος που είναι σχεδόν άγνωστος στην Καινή Διαθήκη. Χρειάζεται εδώ να αναφέρουμε ότι όταν μιλάμε για Καινή Διαθήκη εννοούμε το Νέο «συμβόλαιο», τον νέο τρόπο με τον οποίον ο Θεός συνδιαλλάσσεται με τον άνθρωπο. Αυτή η Νέα Διαθήκη μπήκε σε ισχύ με την θυσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Όπως Αυτός είπε στο κατά Ματθαίο 26:26-28:

«Και ενώ έτρωγαν, παίρνοντας ο Ιησούς τον άρτο, και αφού τον ευλόγησε, έκοψε, και έδινε στους μαθητές, και είπε: Λάβετε, φάγετε. τούτο είναι το σώμα μου. Και παίρνοντας το ποτήρι, κι αφού ευχαρίστησε, τους έδωσε, λέγοντας: Πιείτε απ' αυτό όλοι. επειδή, τούτο είναι το αίμα μου, αυτό της καινούργιας διαθήκης, που χύνεται χάρη πολλών για άφεση αμαρτιών.»

Η καινούργια διαθήκη, ο νέος τρόπος συνδιαλλαγής του Θεού με τον άνθρωπο άρχισε με την θυσία του Ιησού Χριστού, όταν έχυσε το αίμα του για μας. Οτιδήποτε πριν από αυτή την θυσία ανήκει στην Παλαιά Διαθήκη και κατά συνέπεια αναφέρεται στους Ιουδαίους. Οτιδήποτε ακολουθεί αυτή την θυσία αναφέρεται σε Χριστιανούς, σε εκείνους δηλαδή που έχουν πιστέψει ότι ο Ιησούς είναι Κύριος και ότι ο Θεός τον ανέστησε από τους νεκρούς (προς Ρωμαίους 10:9). Η Παλαιά Διαθήκη, ο παλιός τρόπος συνδιαλλαγής του Θεού με τους ανθρώπους έχει όντως πολλά να πει για το δέκατο (βρίσκουμε αυτή την λέξη εκεί 36 φορές). Όμως όχι η Καινούργια. Σε αντίθεση, η Νέα Διαθήκη έχει πολλά να πει για δωρεές, και εθελούσιες χορηγίες. Για να δούμε τι ο Λόγος του Θεού λέει για μας – που ζούμε στην εποχή της Καινούργιας διαθήκης, στην εποχή της χάρης και όχι στην εποχή του Μωσαϊκού νόμου – θα ξεκινήσουμε από την προς Κορινθίους Β και τα κεφάλαια 8 και 9. Πρόκειται για δυο κεφάλαια που αναφέρονται άμεσα στο θέμα και περιέχουν πλούτο πληροφοριών. Υπάρχουν και άλλα μέρη στην Καινή Διαθήκη που αναφέρονται στο ζήτημα (και θα τα δούμε καθώς προχωράμε παρακάτω) όμως πουθενά δεν υπάρχει τόση πληροφόρηση σχετικά με το ζήτημα, όση σ’ αυτά τα δυο κεφάλαια. Θα ερευνήσουμε αυτά τα δυο κεφάλαια ως εξής: θα τα διαβάζουμε σε μέρη ερευνώντας ακολούθως το τι μας λένε.

Προς Κορινθίους 8:1-4: Τι έδιναν οι πρώτοι Χριστιανοί, πως το έδιναν και για ποιο σκοπό;

Αρχίζοντας την μελέτη μας από την προς Κορινθίους Β 8:1-4 διαβάζουμε:

«ΣΑΣ γνωστοποιούμε δε, αδελφοί, τη χάρη τού Θεού, που έχει δοθεί στις εκκλησίες της Μακεδονίας. ότι η περίσσεια της χαράς τους, ενώ δοκίμαζαν μεγάλη θλίψη, και η βαθιά τους φτώχεια ανέδειξε με περίσσεια τον πλούτο της γενναιοδωρίας τους. Επειδή, υπήρξαν αυτοπροαίρετοι, σύμφωνα με τη δύναμή τους, και περισσότερο από τη δύναμή τους. (δίνω μαρτυρία γι' αυτό), παρακαλώντας μας, με πολλή παράκληση, να δεχθούμε τη χάρη, και την κοινωνία της διακονίας αυτής στους αγίους.»

Το απόσπασμα αυτό μιλάει για τους αδελφούς στις εκκλησίες της Μακεδονίας περιγράφοντας μας πως αυτοί έδιναν. Όπως είναι καθαρό από το απόσπασμα αυτό:

1. Αυτό που έδιναν ήταν όχι δέκατο αλλά χάρη. Η συλλογή δεκάτων ανήκει στην εποχή του νόμου. Στην εποχή της χάρης στην οποία ζούμε δεν μιλάμε πλέον για δέκατα αλλά για δωρεές δοσμένες με ΧΑΡΗ.

2. Ήταν «αυτοπροαίρετοι». Η αντίστοιχη αρχαιοελληνική λέξη που χρησιμοποιείται εδώ είναι «αυθαίρετοι». Όπως το Λεξικό του Vine μας λέει:

«Η λέξη «αυθαίρετος» αποτελείται από το «αυτός», «εαυτός» και το ρήμα «αίρομαι» που σημαίνει διαλέγω, επιλέγω από μόνος μου, εθελούσια και όπως εγώ νομίζω. Αυτή η λέξη απαντάται στην προς Κορινθίους Β 8:3 και 17 σχετικά με τις εκκλησίες της Μακεδονίας και τις δωρεές τους στους φτωχούς αγίους και επίσης σχετικά με τον Τίτο και την προθυμία του να πάει και να ενθαρρύνει την εκκλησία της Κορίνθου αναφορικά με αυτό το ζήτημα.» (Vine’s expository dictionary of New Testament Words, p. 25)

Οι πιστοί στην Μακεδονία ΔΕΝ ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑΝ να δώσουν. Ότι έδωσαν το έδωσαν αυτοπροαίρετα, εθελούσια. Και πάλι η διαφορά με το δέκατο είναι τεράστια. Το δέκατο ήταν κάτι υποχρεωτικό στην Παλαιά Διαθήκη. Αυτό όμως που έχουμε εδώ δεν είναι υποχρεωτικό αλλά προαιρετικό. Είναι εθελούσιες συνεισφορές στους αγίους, και δίνονται ελεύθερα και ανάλογα με το πώς ο καθένας νομίζει. Σε αντίθεση, σήμερα ακούμε πολλές φορές ανθρώπους να κηρύττουν για τον δέκατο και πως οι πιστοί το οφείλουν στον Θεό και την εκκλησία και αν δεν το δώσουν κλέβουν τον Κύριο! Κατ’ αυτό τον τρόπο οι πιστοί εξαναγκάζονται μέσω ενοχών και κατάκρισης να κάνουν ότι ο κήρυκας τους λέει. Αυτό, όπως είναι φανερό, δεν έχει καμιά σχέση με τις αυτοπροαίρετες, εθελούσιες συνεισφορές για τις οποίες ο Παύλος μας μιλάει εδώ.

3. «διακονία προς τους αγίους». Τώρα αναφορικά με το δώρο και την χρήση του, αυτό ήταν για την διακονία των αγίων. Ο Παύλος μας λέει περισσότερα σχετικά μ’ αυτή την διακονία στην προς Ρωμαίους 15:25-26

«Τώρα, όμως, πηγαίνω στην Ιερουσαλήμ, εκπληρώνοντας τη διακονία στους αγίους. επειδή, η Μακεδονία και η Αχαΐα ευαρεστήθηκαν να κάνουν κάποια βοήθεια στους φτωχούς ανάμεσα στους αγίους που βρίσκονται στην Ιερουσαλήμ.»

Αυτή ήταν και η τελευταία επίσκεψη του Παύλου στο Ιεροσόλυμα. Εκεί φυλακίστηκε. Όπως μας λέει για το σκοπό του ταξιδιού του στις Πράξεις 24:17: «Ύστερα δε από πολλά χρόνια ήρθα να κάνω στο έθνος μου ελεημοσύνες και προσφορές.» Όπως βλέπουμε λοιπόν η διακονία προς τους αγίους, η χάρη που οι πιστοί στην Μακεδονία και Αχαΐα έδωσαν αυτοπροαίρετα, οι εθελούσιες συνεισφορές, ήταν συνεισφορές «για τους φτωχούς ανάμεσα στους αγίους που βρίσκονται στην Ιερουσαλήμ». Τα χρήματα δίνονταν στους φτωχούς αδελφούς. Αυτοί ακριβώς οι φτωχοί αδελφοί ήταν ο σκοπός των συνεισφορών. Η υπηρεσία και υποστήριξη στους φτωχούς αδελφούς είναι κάτι στο οποίο δίνεται μεγάλη σημασία στην Καινή Διαθήκη. Ο Ιάκωβος, ο Ιωάννης και ο Πέτρος είπαν στον Παύλο:

Προς Γαλάτες 2:9-10
«και αφού γνώρισαν τη χάρη που δόθηκε σε μένα, ο Ιάκωβος και ο Κηφάς και ο Ιωάννης, που θεωρούνται ότι είναι στύλοι, έδωσαν το δεξί τους χέρι σε μένα και στον Βαρνάβα σε ένδειξη συμμετοχής, για να πάμε, εμείς μεν στα έθνη, αυτοί δε σ' αυτούς που είχαν κάνει την περιτομή. μας παρήγγειλαν μονάχα να θυμόμαστε τους φτωχούς. το οποίο και επιμελήθηκα με ζήλο, τούτο το πράγμα να το κάνω

Ο Ιωάννης, ο Πέτρος και ο Ιάκωβος είπαν ένα πράγμα στον Παύλο: «θυμήσου τους φτωχούς»! Και ο Παύλος το έκανε. Σε αντίθεση οι χριστιανοί δίνουν δέκατα με το μεγαλύτερο μέρος από αυτά να πηγαίνει σε διοικητικές/μισθολογικές δαπάνες της εκκλησίας και με ένα πολύ μικρό μέρος να μένει (αν μένει) για τους φτωχούς. Στις εκκλησίες όμως της Καινής Διαθήκης τα πράγματα ήταν εντελώς αντίθετα: οι άνθρωποι δεν έδιναν υποχρεωτικά – από ενοχές – αλλά αυτοπροαίρετα και αν και έδιναν και για άλλους σκοπούς επίσης (όπως θα δούμε και αργότερα), οι δωρεές για τους φτωχούς ήταν ίσως ο σημαντικότερος σκοπός για τον οποίον έδιναν.

Προς Κορινθίους Β 8:5-8: Ενθάρρυνση για δωρεές και πως ο Παύλος το έκανε

Προς Κορινθίους Β 8:5-8
«και όχι μονάχα όπως ελπίσαμε, αλλά πρώτα έδωσαν τον εαυτό τους στον Κύριο, έπειτα σε μας, με το θέλημα του Θεού. ώστε, παρακαλέσαμε τον Τίτο, όπως άρχισε, έτσι και να τελειώσει σε σας κι αυτή τη χάρη. Καθώς, λοιπόν, περισσεύετε σε κάθε τι, σε πίστη και λόγο και γνώση και κάθε ενδιαφέρον, και στην αγάπη σας σε μας, έτσι να ενδιαφερθείτε να περισσεύσετε και σ' αυτή τη χάρη. Δεν το λέω αυτό με επιταγή, αλλά για να δοκιμάσω διαμέσου τού ενδιαφέροντος των άλλων και τη γνησιότητα της αγάπης σας.»

Ο Παύλος ενθαρρύνει τους πιστούς να δίνουν πλούσια. «Ενδιαφερθείτε να περισσεύσετε και σ’ αυτή την χάρη» τους λέει. Δείτε πόσο ευγενικός και απαλός είναι. Δείτε τι λέει στην πρόταση που ακολουθεί: «Δεν το λέω αυτό με επιταγή». Δεν βρίσκουμε πουθενά στην Καινή Διαθήκη τον εξαναγκασμό και την γλώσσα που χρησιμοποιείται σε μερικές εκκλησίες αναφορικά με το δόσιμο ή «δεκατισμό». Δεν θα βρούμε πουθενά τον Χριστό, τον Παύλο, τον Πέτρο τον Ιωάννη ή κάποιον άλλο να εξαναγκάζει ανθρώπους, με αναφορές στον Μαλαχία και σε άλλα αποσπάσματα της Παλαιάς Διαθήκης, να δώσουν τα «δέκατα» τους ή αλλιώς θα είναι τρόπο τινά καταραμένοι (αυτό υπονοείτε από μερικά σύγχρονα κηρύγματα σχετικά με τον δεκατισμό). Ο Παύλος δεν ξέρει τέτοια κηρύγματα. Με ευγένεια και απαλότητα ενθαρρύνει τους Κορινθίους να περισσεύσουν σ’ αυτή την χάρη κάνοντας καθαρό ότι δεν το λέει αυτό σαν επιταγή. Δεν τους επιτάσσει να το κάνουν αλλά τους ενθαρρύνει να το κάνουν. Δεν του είχαν στείλει από τα κεντρικά ένα νούμερο και τώρα αυτός έτρεχε πιέζοντας ή δελεάζοντας ανθρώπους με σκοπό να πιάσει τον στόχο. Απεναντίας, αυτό που έκανε ήταν να λέει απλά την αλήθεια. Όπως τους είπε: «η γνησιότητα της αγάπης σας δοκιμάζεται διαμέσου του ενδιαφέροντος για τους άλλους». Όχι άδεια λόγια αλλά πραγματική βοήθεια.

Προς Κορινθίους Β 8:10-14: Δίνοντας από επιθυμία και σύμφωνα με ότι μπορεί ο καθένας

Προς Κορινθίους 8:10-11
«από πέρυσι αρχίσατε, όχι μονάχα να κάνετε, αλλά και να θέλετε. Τώρα, λοιπόν, εφαρμόστε και στην πράξη την επιθυμία σας. Δηλαδή, όπως ακριβώς υπήρχε η προθυμία να το θέλετε το έργο αυτό, έτσι και να το εκτελέσετε»

Αυτό το απόσπασμα αναφέρεται σε επιθυμία για δόσιμο και πραγματοποίηση αυτής της επιθυμίας. Το πρώτο μέρος του αποσπάσματος δείχνει πόσο σημαντικό είναι όχι μόνο να δίνει κανείς αλλά να θέλει, να ΕΠΙΘΥΜΕΙ, ΝΑ ΔΩΣΕΙ. Είναι επιθυμία συνδυασμένη με πραγματοποίηση αυτής της επιθυμίας αυτό που ο Θεός θέλει από τους ανθρώπους Του. Κανένα από αυτά τα δυο δεν αρκεί από μόνο του. Ο Θεός δεν μας θέλει να επιθυμούμε τάχα να δώσουμε αλλά ποτέ να μην το κάνουμε. Να λέμε πάντα «τι ωραία θα ήταν να δίναμε αυτό το δώρο για την διακονία προς τους αγίους», αλλά ποτέ να μην το πραγματοποιούμε, αν και έχουμε τα μέσα. Αυτό είναι υποκρισία. Και αντίστροφα. Δεν μας θέλει να δίνουμε χωρίς να το επιθυμούμε με την καρδιά μας, σαν από εντολή ή λόγω εξαναγκασμού από κάποιον. Ας κρατήσουμε αυτό στο μυαλό μας πάντοτε. Στο δόσιμο τόσο η επιθυμία όσο και η πραγματοποίηση της είναι σημαντικά. Η επιθυμία στην καρδιά μας είναι το κίνητρο. Και όπως η προς Φιλιππησίους 2:13 μας λέει:

«ο Θεός είναι που ενεργεί μέσα σας και το να θέλετε και το να ενεργείτε, κατά την ευδοκία του»

Ο Θεός είναι σε ενέργεια μέσα μας ώστε να θέλουμε, να επιθυμούμε και στην συνεχεία να κάνουμε σύμφωνα με το αγαθό θέλημα του. Και πάλι όπως βλέπουμε ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός δουλεύει είναι με το να βάζει μια επιθυμία στην καρδιά μας. Εξαναγκασμός ή η πρόκληση ενόχων είναι λάθος κίνητρα και δεν έχουν να κάνουν με τον Κύριο. Θα δούμε περισσότερα πάνω σ’ αυτό καθώς προχωράμε.

Συνεχίζοντας στην προς Κορινθίους Β:

Προς Κορινθίους Β 8:10-15
«Τώρα όμως επιτελέστε και την πράξη, ώστε καθώς ακριβώς υπήρξε η προθυμία στο να θέλετε, έτσι ας υπάρχει προθυμία και στο να επιτελέσετε τη συνεισφορά από αυτά που έχετε. Γιατί αν η προθυμία προϋπάρχει, είναι ευπρόσδεκτη ανάλογα μ’ αυτό που έχει κανείς, όχι ανάλογα μ’ αυτό που δεν έχει. Επειδή, δεν θέλω να είναι σε άλλους άνεση, σε σας όμως στενοχώρια. Αλλά, να γίνει με ισότητα, ώστε κατά τον παρόντα καιρό το περίσσευμά σας να αναπληρώσει τη στέρηση εκείνων. για να χρησιμεύσει και το περίσσευμα εκείνων στη δική σας στέρηση, ώστε να γίνει ισότητα. όπως είναι γραμμένο: «Όποιος είχε μαζέψει πολύ, δεν έπαιρνε περισσότερο. και όποιος λίγο, δεν έπαιρνε λιγότερο».

Υπάρχουν τόσες πολλές αλήθειες σ’ αυτό το απόσπασμα που θα άξιζε να κηρύττονται πολύ πιο πολύ από το δέκατο της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Παύλος μιλώντας στους Κορινθίους τους λέει ότι θα πρέπει να δίνουν «από αυτά που έχουν»! Αν υποθέσουμε ότι το δέκατο ήταν σε ισχύ στην Καινή Διαθήκη – που δεν είναι – θα προσδοκούσαμε τον Παύλο να κάνει μια γενική αναφορά του τύπου «πρέπει να δίνεται 10% του εισοδήματος σας. Τελεία και παύλα». Μας λέει όμως κάτι τέτοιο; Μπορεί να το έχετε ακούσει να το λένε –εμφανώς ή αφανώς – από τον άμβωνα αλλά δεν θα το ακούσετε από τον Λόγο του Θεού! Και υποθέστε ποιανού ο λόγος μετρά;! «Από αυτά που έχετε», σημαίνει «σύμφωνα μ’ αυτά που έχετε» και για να μην υπάρχει αμφιβολία, ο Παύλος το ξεκαθαρίζει: «όχι ανάλογα μ’ αυτό που δεν έχετε»! Σήμερα κάποιες εκκλησίες πιέζουν (με τρόπο ή και άκομψα) τα μέλη τους να δίνουν το δέκατο τους (10% του εισοδήματος τους) στα ταμεία της εκκλησίας. Πέρα από το γεγονός ότι ένα τέτοιο κάλεσμα είναι λάθος, καμιά εξαίρεση δεν γίνεται σ’ αυτό. Η φτωχή οικογένεια που μόλις και μετά βίας τα βγάζει πέρα οφείλει – σύμφωνα μ’ αυτό το κάλεσμα – να πάρει 10% του πενιχρού εισοδήματος της και να το δώσει στην εκκλησία. Σε αντάλλαγμα τους δίνεται η υπόσχεση ότι αν το κάνουν αυτό ο Θεός θα τους ευλογήσει πλουσιοπάροχα. Όμως η Καινή Διαθήκη δεν ξέρει δόσιμο αυτού του τύπου. Σύμφωνα με τον Λόγο, αυτό που δίνει κανείς πρέπει να είναι σύμφωνα με τα όσα έχει. Δεν μπορεί να πάρει κανείς από τα αναγκαία μια φτωχής οικογένειας και να δώσει για να καλύψει τα αναγκαία ενός εκκλησιαστικού οργανισμού (μισθοί, λογαριασμοί κτλ. ). Αυτό είναι που μας λέει ο Λόγος του Θεού. Δεν έχεις κάτι; Δεν μπορείς και να το δώσεις! Όπως ο Παύλος είπε στον Τιμόθεο:

Προς Τιμόθεο Α 5:7-8
«Κι αυτά να τα παραγγέλλεις, για να είναι άμεμπτοι. Αν, όμως, κάποιος δεν προνοεί για τους δικούς του, μάλιστα για τους οικείους, αρνήθηκε την πίστη, και είναι χειρότερος από έναν άπιστο.»

Οφείλει κανείς πρώτα απ’ όλα να φροντίζει για το δικούς του ανθρώπους, δηλαδή εκείνους που εξαρτώνται απ ‘ αυτόν. Όποιος δεν το κάνει αυτό λέει ο Λόγος του Θεού είναι χειρότερος απίστου. Αφού καλυφτούν οι ανάγκες της οικογένειας σου μπορείς τότε να σκεφτείς για τις ανάγκες έξω από την οικογένεια σου. Οι δωρεές είναι από αυτά που έχεις μετά την κάλυψη των αναγκών της οικογένειας σου. Όπως ο Παύλος μας κάνει καθαρό στο παραπάνω απόσπασμα της προς Κορινθίους Β:

«Επειδή, δεν θέλω να είναι σε άλλους άνεση, σε σας όμως στενοχώρια. Αλλά, να γίνει με ισότητα, ώστε κατά τον παρόντα καιρό το περίσσευμά σας να αναπληρώσει τη στέρηση εκείνων. για να χρησιμεύσει και το περίσσευμα εκείνων στη δική σας στέρηση, ώστε να γίνει ισότητα»

Ο Παύλος δεν είχε σκοπό να βοηθήσει τους φτωχούς της Ιερουσαλήμ κάνοντας του Κορινθίους φτωχούς. Ούτε του πέρασε από το μυαλό να βοηθήσει τον ένα επιβαρύνοντας τον άλλο. Οι Κορίνθιοι θα βοηθούσαν από το περίσσευμα τους. Ήταν αυτό το περίσσευμα που θα βοηθούσε στην κάλυψη των φτωχών αγίων της Ιερουσαλήμ, έτσι ώστε κάποια άλλη φορά η αφθονία αυτών των τώρα φτωχών αδελφών να μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες των Κορινθίων. Αυτό θα πει αλληλεγγύη μεταξύ των αδελφών.

Προχωρώντας παραπέρα, βλέπουμε και πάλι ότι το δώρο από μόνο του δεν είναι αρκετό. Πρέπει να υπάρχει και επιθυμία γι’ αυτό. Δεν μπορεί να δίνεται σαν από εντολή, σαν από εξαναγκασμό. Και εδώ ο Παύλος το λέει και πάλι: «Γιατί αν η προθυμία προϋπάρχει, είναι ευπρόσδεκτη ανάλογα μ’ αυτό που έχει κανείς, όχι ανάλογα μ’ αυτό που δεν έχει.» Επιθυμία, καρδιά πρόθυμη, είναι απαιτούμενο για το δώρο. Εάν ΠΡΟϋπάρχει (πρώτο) η προθυμία, τότε (δεύτερο) είναι ευπρόσδεκτη η συνεισφορά σύμφωνα με αυτά που έχει κανείς και όχι σύμφωνα μ’ αυτά που δεν έχει.»

Για να συνοψίσουμε: προκειμένου ένα δώρο να είναι ευπρόσδεκτο, προαπαιτούμενο είναι η ύπαρξη πρόθυμης καρδιάς. Πρέπει να υπάρχει προθυμία, επιθυμία γι’ αυτό. Και σαν αποτέλεσμα αυτής της επιθυμίας δίνει κανείς. Δεν πρέπει να δίνει σύμφωνα με αυτά που δεν έχει αλλά σύμφωνα με αυτά που έχει. Η ισότητα δεν γίνεται δίνοντας από το έλλειμμα αλλά δίνοντας από το πλεόνασμα μας, από την αφθονία μας, για να καλύψουμε το έλλειμμα κάποιου άλλου. Το πλεόνασμα σου θα ελαττωθεί και μπορεί και να εξαφανιστεί αλλά και το έλλειμμα του αδελφού σου θα ελαττωθεί και μπορεί και να εξαφανιστεί επίσης! Αυτό σημαίνει συνεισφορές στην Καινή Διαθήκη.

Προς Κορινθίους Β 8:16-21: Διαφάνεια στην διαχείριση των συνεισφορών

Συνεχίζοντας στην προς Κορινθίους Β 8:

«Ευχαριστία, όμως, ανήκει στον Θεό, που δίνει στην καρδιά τού Τίτου το ίδιο ενδιαφέρον για σας. επειδή, δέχθηκε μεν την προτροπή. όμως, μια που ήταν πιο πρόθυμος, αναχώρησε για σας με δική του προαίρεση. Και μαζί του στείλαμε τον αδελφό, για τον οποίο ο έπαινος γίνεται μέσα στο ευαγγέλιο διαμέσου όλων των εκκλησιών. (Και όχι μονάχα αυτό, αλλά και υποδείχθηκε από τις εκκλησίες ως συνοδοιπόρος μας μαζί με τη δωρεά αυτή, που διακονείται από μας, για τη δόξα τού Κυρίου, και σε ένδειξη της προθυμίας σας). έχοντας τούτο τον φόβο, μη τυχόν κανείς επικολλήσει σε μας κάποιο ψεγάδι μέσα σ' αυτή την αφθονία, που διακονείται από μας. προνοώντας τα καλά όχι μονάχα μπροστά στον Κύριο, αλλά και μπροστά στους ανθρώπους.»

Θέλω εδώ να σταθώ στο μέρος του παραπάνω αποσπάσματος που έχω υπογραμμίσει. Ο Παύλος δεν μάζευε απλά συνεισφορές για τους φτωχούς αγίους. Επιπρόσθετα φρόντιζε έτσι ώστε κανένας να μην μπορεί να κατηγορήσει αυτόν και τους συνεργάτες του «σ' αυτή την αφθονία, που διακονούνταν από αυτούς». Για το τι θα μπορούσαν όμως να τους κατηγορήσουν; Για το ότι δεν χρησιμοποίησαν το δώρο όπως έπρεπε. Ότι τάχα το χρησιμοποίησαν για τον εαυτό τους. Για ότι τάχα είπαν ένα πράγμα και έκαναν κάτι άλλο. Για να αποφύγει ο Παύλος κάθε τέτοιο ενδεχόμενο πήρε μαζί του ένα αδελφό που είχε εκλεγεί από τις εκκλησίες για να ταξιδέψει μαζί του συνοδεύοντας το δώρο. Αν διαχειρίζεσαι τα δώρα του Θεού κάνε ότι ο Παύλος έκανε: λαβε τα αναγκαία μέτρα έτσι ώστε κανένας να μην μπορεί να σε κατηγορήσει στην διαχείριση αυτών των δώρων. Να είσαι όσο περισσότερο διαφανής γίνεται. Ενημέρωνε συχνά τους αδελφούς για το τι έκανες με το δώρο. Τι έλαβες, που ξοδεύτηκε και τι έχει μείνει υπόλοιπο. Πάρε μάρτυρες που οι αδελφοί εμπιστεύονται. Τίποτα δεν πρέπει να είναι κρυφό. Πρέπει να είμαστε ανοικτοί και διαφανείς σχετικά με τα δώρα. Ο Παύλος ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητος στο να κάνει τα καλά όχι μονάχα μπροστά στον Κύριο αλλά και μπροστά στους ανθρώπους. Το ίδιο θα πρέπει να κάνουμε και εμείς.

Προς Κορινθίους Β 9:1-5 το δώρο σαν ευλογία και όχι σαν πλεονεξία.

Περνώντας τώρα στο ένατο κεφάλαιο διαβάζουμε:

Προς Κορινθίους Β 9:1-5
«Επειδή, για τη διακονία αυτή στους αγίους είναι περιττό σε μένα να σας γράφω. Δεδομένου ότι, ξέρω καλά την προθυμία σας, για την οποία καυχώμαι για σας απέναντι στους Μακεδόνες, ότι η Αχαΐα ετοιμάστηκε από πέρυσι. και ο ζήλος σας διέγειρε πολλούς. Έστειλα, μάλιστα, και τους αδελφούς για να μη ματαιωθεί ως προς αυτό η καύχησή μας για σας. για να είστε (όπως έλεγα), ετοιμασμένοι. μήπως, αν έρθουν μαζί μου μερικοί Μακεδόνες, και σας βρουν ανέτοιμους, καταντροπιαστούμε εμείς (για να μη λέμε εσείς), σ' αυτή την πεποίθηση της καύχησης. Στοχάστηκα, λοιπόν, αναγκαίο, να παρακαλέσω τούς αδελφούς νάρθουν πρωτύτερα σε σας, και να προετοιμάσουν την ελεημοσύνη σας, που είχατε προϋποσχεθεί, ώστε αυτή να είναι έτσι έτοιμη, ως ελεημοσύνη, και όχι ως πλεονεξία.»

Η λέξη «ελεημοσύνη» που βλέπουμε στον τελευταίο στίχο είναι στο αρχαίο κείμενο η λέξη «ευλογία». Ο Παύλος ονομάζει το δώρο «ευλογία»! Έτσι θα πρέπει και μείς να θεωρούμε τα δώρα μας προς τους φτωχούς αγίους: σαν ευλογία! Ο Παύλος ήταν πολύ ενθουσιασμένος με το γεγονός ότι οι Κορίνθιοι ήθελαν τόσο πολύ να δώσουν. Ωστόσο δεν τους πίεζε σχετικά μ’ αυτό. Το δώρο έπρεπε να είναι «έτοιμο, ως ελεημοσύνη (ευλογία), και όχι ως πλεονεξία». Όπως ένας σχολιαστής λέει σχετικά:

«Η λέξη που χρησιμοποιείτε εδώ είναι η λέξη πλεονεξία. Η ιδέα εδώ είναι ότι ο Παύλος ήθελε τους Κορίνθιους να δώσουν ελεύθερα. Ήθελε το δώρο τους να είναι μια πράξη αφθονίας και ελευθερίας από την πλευρά τους και όχι μια πράξη πλεονεξίας από την πλευρά του, σαν να αποσπούσε αυτός το δώρο από τους Κορινθίους αντί αυτοί να το έδιναν ελεύθερα. » (Albert Barnes’ Notes on the Bible)

Ο Παύλος ήθελε το δώρο των Κορινθίων να είναι μια ευλογία και όχι κάτι το οποίο αρπάχτηκε από αυτούς, σαν από πλεονεξία. Είναι πραγματικά κρίμα που υπάρχουν άνθρωποι σήμερα που κάνουν αυτό που ο Παύλος ποτέ δεν θα έκανε: χρησιμοποιούν διαφορά μέσα (κατάκριση, δελεασμούς κτλ) για να αποσπάσουν συνεισφορές από τους πιστούς. Πολλοί σήμερα δεν ενδιαφέρονται για τα μέσα. Αρκεί ο σκοπός τους να επιτευχτεί. Δεν θα έπρεπε όμως να είναι έτσι. Δεν είναι αυτός ο τρόπος του Λόγου του Θεού ούτε ήταν φυσικά του Παύλου. Αυτό που ο Θεός θέλει είναι το δώρο να είναι μια ευλογία, μια πράξη που γίνεται εθελούσια και με ελευθερία, κάτι που επιθυμείς να κάνεις και σε καμιά περίπτωση κάτι που αποσπάτε από σένα μέσω κατάκρισης, πρόκλησης ενοχών, χρησιμοποίησης δελεασμών ή οποιοδήποτε άλλων τεχνικών που πολλές φορές χρησιμοποιούνται σήμερα. Επιστρέφοντας στον Παύλο, αυτός δεν ήταν πλεονέκτης αναφορικά με το δώρο. Ήθελε τους Κορινθίους να δώσουν, ήταν όμως πολύ προσεκτικός και πολύ μαλακός και ευγενικός. Όπως ο Barnes σωστά λέει, ήθελε το δώρο των Κορινθίων να είναι μια πράξη αφθονίας και ελευθερίας από την πλευρά τους και όχι μια πράξη πλεονασμού από την πλευρά του.

Προς Κορινθίους Β 9:6-7: Ο νόμος της σποράς και του θερισμού και (πάλι) πώς να δίνει κανείς

Προς Κορινθίους Β 9:6-7
«Λέω, μάλιστα, τούτο, ότι αυτός που σπέρνει φειδωλά, φειδωλά και θα θερίσει. κι αυτός που σπέρνει με αφθονία, με αφθονία και θα θερίσει. Κάθε ένας ανάλογα με την προαίρεση της καρδιάς του, όχι με λύπη ή από ανάγκη. επειδή, τον πρόσχαρο δότη αγαπάει ο Θεός.»

Αν έχουμε ακούσει κάτι και αυτό μάλιστα πολλές φορές από την προς Κορινθίους Β 9 είναι ο στίχος 6 («αυτός που σπέρνει φειδωλά, φειδωλά και θα θερίσει. κι αυτός που σπέρνει με αφθονία, με αφθονία και θα θερίσει»). Όμως, ο Παύλος δεν χρησιμοποιεί τον στόχο 6 για να χειραγωγήσει τους πιστούς στο να δώσουν. Ήδη, και πριν να φτάσει στον στίχο αυτόν, μίλησε για ενάμιση κεφάλαιο σχετικά με το πώς πρέπει κανείς να δίνει. Αυτό που ο Παύλος κάνει στον στίχο 6 είναι να αναφέρει μια απλή αλήθεια: αν σπείρεις λίγο θα θερίσεις και λίγο και αν σπείρεις πολύ θα θερίσεις και πολύ. Ανάλογα με το τι θα σπείρεις θα θερίσεις κιόλας. Θα υπάρχει απόδοση, επιστροφή, καρπός στο δώρο σου και αυτή θα είναι ανάλογα με το πόσο σπείρεις. ΟΜΩΣ το δώρο θα πρέπει να είναι εθελούσιο, από την καρδιά σου. Κανένα δώρο δεν είναι ευπρόσδεκτο όταν δίνεται με λύπη, με εξαναγκασμό, από ανάγκη και χωρίς χαρά γι’ αυτό.

Έχοντας δει τα παραπάνω, ας πάμε τώρα να ρίξουμε μια ματιά στην Ιωάννου Α 3:16-18

«Από τούτο έχουμε γνωρίσει την αγάπη, επειδή εκείνος την ψυχή του έβαλε για χάρη μας. κι εμείς οφείλουμε να βάζουμε τις ψυχές μας για χάρη των αδελφών. Και αν κάποιος έχει την υλική ευχέρεια του βίου τού κόσμου και βλέπει τον αδελφό του να έχει ανάγκη, κλείσει όμως τα σπλάχνα του απέναντί του, πώς η αγάπη τού Θεού μπορεί να μένει μέσα του; Παιδάκια μου, μη αγαπάμε με λόγια ούτε με τη γλώσσα, αλλά με έργα και αλήθεια.»

Ο Λόγος του Θεού λέει να μην δίνει κανείς από λύπη ή από ανάγκη. Αντ’ αυτού πρέπει να δίνει κανείς από την καρδιά και να είναι γενναιόδωρος σ’ αυτό. Ο Θεός αγαπά εκείνον που δίνει με χαρά. Δεν θέλει το δώρο που δίνεται με λύπη. Την ίδια στιγμή όμως είναι αμαρτία να υπάρχει οποιαδήποτε αγάπη για το χρήμα. Όπως ο Παύλος είπε «ρίζα όλων των κακών είναι η φιλαργυρία». Επίσης είπε ότι η γνησιότητα της αγάπης μας δοκιμάζεται από την φροντίδα μας για τους άλλους. Και αυτό που ο Ιωάννης περιγράφει εδώ είναι μια πραγματική κατάσταση με δυο αδελφούς. Ο ένας έχει τα αγαθά αυτού του κόσμου ενώ ο άλλος δεν τα έχει. Αυτός που έχει τα μέσα συναντά τώρα εκείνον που έχει την ανάγκη. Τι θα πρέπει να κάνει; Θα πρέπει να προσευχηθεί για τον αδελφό που έχει την ανάγκη; Ναι μπορεί να το κάνει κι αυτό. Δεν θα πρέπει όμως να μείνει εκεί. Δεν θα πρέπει να κλείσει τα σπλάχνα του, όπως ο Ιωάννης λέει, την καρδιά του δηλαδή, και απλά να πει μια προσευχή «ο Θεός να σ’ ευλογήσει αδελφέ» και να γυρίσει αλλού να φύγει. Το κατά πόσο φροντίζουμε για τους άλλους αποδεικνύει και την ειλικρίνεια της αγάπης μας και το κατά πόσο η αγάπη του Θεού μένει μέσα μας ή όχι. Και αυτό πραγματικά είναι κάτι το πολύ σοβαρό.

Τώρα επιστρέφοντας στο θέμα του δεκατισμού, υπάρχει και ένα άλλο πρόβλημα που αυτό δημιουργεί: αδελφοί εξαναγκάζονται να δίνουν το δέκατο τους στο καλάθι ή τον τραπεζικό λογαριασμό της εκκλησίας τους και όταν βλέπουν ένα αδελφό τους σε ανάγκη σκέπτονται: «Έδωσα ήδη το δέκατο μου στην εκκλησία». Έτσι δίνουμε από ανάγκη για σκοπούς που ελάχιστα ως και καθόλου βοηθούν τους φτωχούς (το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που πηγαίνουν στον λογαριασμό μιας μέσης εκκλησίας δεν είναι για τους φτωχούς – αυτό είναι λυπηρό όμως είναι αλήθεια και μια ματιά σε έναν προϋπολογισμό εκκλησίας αρκεί για να το αποδείξει) και όταν οι φτωχοί έρχονται δεν θέλουμε ή και δεν μπορούμε πλέον να τους βοηθήσουμε! Αυτό είναι πραγματικά λυπηρό. Επιστρέφοντας τώρα στην προς Κορινθίους 9:6 πολλοί χρησιμοποιούν συχνά αυτό το απόσπασμα για να πουν ότι αν δώσει κανείς πολύ (για τους σκοπούς τους) ο Θεός θα του επιστρέψει το δώρο πολλαπλάσια. Στη πραγματικότητα μαζί με την προς Κορινθίους Β 9:6 χρησιμοποιούν πολλές φορές και πάλι τον Μαλαχία:

Μαλαχίας 3:10-12
«Φέρτε όλα τα δέκατα στην αποθήκη, για να είναι τροφή στον οίκο μου. και, τώρα, δοκιμάστε με σε τούτο, λέει ο Κύριος των δυνάμεων, αν δεν σας ανοίξω τούς καταρράκτες τού ουρανού, και εκχέω την ευλογία σε σας, ώστε να μη επαρκεί τόπος γι' αυτή. 11 και θα επιτιμήσω για χάρη σας αυτόν που καταφθείρει, και δεν θα φθείρει τούς καρπούς της γης σας. ούτε η άμπελός σας θα απορρίψει πρόωρα τον καρπό της στο χωράφι, λέει ο Κύριος των δυνάμεων. 12 Και θα σας μακαρίζουν όλα τα έθνη. επειδή, εσείς θα είστε γη επιθυμητή, λέει ο Κύριος των δυνάμεων.»

Πολλοί χρησιμοποιούν το παραπάνω απόσπασμα προκειμένου να δελεάσουν το κοινό τους να δώσει με την υπόσχεση ευλογιών στον οικονομικό τομέα και πολλοί όντως δίνουν. Γιατί όμως δίνουν; Ποιο είναι το κίνητρο τους; Κανένα από τα κίνητρα της προς Κορινθίους Β ή του υπόλοιπου Λόγου του Θεού. Δεν είναι μια πράξη γενναιοδωρίας προερχομένη από την καρδιά αλλά μια πράξη κινουμένη είτε από ενοχές (δίνουν προκειμένου να μην … κλέψουν τον Θεό, όπως ο κήρυκας τους είπε) είτε από πλεονεξία (δίνουν για να τα πάρουν πίσω περισσότερα). Ο Θεός παρουσιάζεται έτσι σαν μια μηχανή που «κόβει» χρήματα, σαν τράπεζα. Δώσε το δέκατο σου και θα το πάρεις πίσω πολλές φορές. Το να έχει κανείς τα χρήματα σαν κίνητρο είναι λάθος! Αν και ο Θεός φυσικά και επιστρέφει άφθονα σε εκείνους που δίνουν άφθονα, θα ήταν εκτός τάξης και χαρακτήρα για τον Παύλο να χρησιμοποιήσει την προς Κορινθίους Β 9:6 για να δελεάσει τους Κορινθίους να δώσουν υπό την υπόσχεση μεγάλων οικονομικών ευλογιών . Αυτό που πιστεύω ότι ο Παύλος έκανε είναι να παραθέσει απλά τα δεδομένα. Υπάρχει πραγματικά θερισμός για τους δότες. Υπάρχει πραγματικά αμοιβή. Δεν ξέρω ποια είναι αλλά γιατί σώνει και καλά θα πρέπει να είναι οικονομική ή μόνο οικονομική ή να αναφέρεται σ’ αυτή την ζωή ή μόνο σ’ αυτή την ζωή; Το κύριο σημείο είναι ότι υπάρχει θερισμός και όσο πιο πολύ σπέρνει κανείς τόσο πιο πολύ και θα θερίσει. Αυτό είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός που ο Παύλος εδώ υπογραμμίζει. Θέλεις λοιπόν να θερίσεις πολύ; Σπείρε πολύ!

Προς Κορινθίους Β 9:8-15: «Κάθε αυτάρκεια σε κάθε τι», εγγύηση από τον Θεό.

Προς Κορινθίους Β 9:8-9
«Είναι, όμως, δυνατός ο Θεός να σας δώσει με περίσσεια κάθε χάρη, ώστε έχοντας πάντοτε κάθε αυτάρκεια, σε κάθε τι, να περισσεύετε σε κάθε έργο αγαθό. όπως είναι γραμμένο: «Σκόρπισε, έδωσε στους πένητες. η δικαιοσύνη του μένει στον αιώνα».

Ο Θεός μέσω του Παύλου δεν αφήνει περιθώριο για αμφιβολίες: κανείς δεν πρόκειται να πέσει σε ανάγκη δίνοντας γενναιόδωρα. Ο Θεός εγγυάται κάθε αυτάρκεια σε καθετί και πάντοτε!!! Έπειτα ο Παύλος αναφέρει τους Ψαλμούς 122:9: «Σκόρπισε, έδωσε στους πένητες. η δικαιοσύνη του μένει στον αιώνα». Αυτό το απόσπασμα δεν αναφέρεται στον Θεό αλλά στον άνθρωπο που φοβάται τον Κύριο. Ας το διαβάσουμε στο σύνολο του καθώς περιέχει ακόμα πιο πολλές υποσχέσεις από τον Θεό:

Ψαλμοί 112:1-10
«Μακάριος ο άνθρωπος που φοβάται τον Κύριο. στις εντολές του βρίσκει υπερβολική ευχαρίστηση. Το σπέρμα του θα είναι δυνατό μέσα στη γη. η γενεά των ευθέων θα ευλογηθεί. αγαθά και πλούτη θα είναι στην οικογένειά του, και η δικαιοσύνη του θα μένει παντοτινά. Φως ανατέλλει στο σκοτάδι για τους ευθείς. είναι ελεήμονας, και οικτίρμονας, και δίκαιος. Ο καλός άνθρωπος ελεεί και δανείζει. οικονομεί τα πράγματά του με κρίση. Σίγουρα, ποτέ δεν θα κλονιστεί. ο δίκαιος θα είναι σε παντοτινή ανάμνηση. Από κακή φήμη δεν θα φοβηθεί. η καρδιά του είναι στερεή, ελπίζοντας στον Κύριο. Η καρδιά του είναι στηριγμένη. δεν θα φοβηθεί, μέχρις ότου δει την εκδίκηση επάνω στους εχθρούς του. Σκόρπισε, έδωσε στους πένητες. η δικαιοσύνη του μένει στον αιώνα. το κέρας του θα υψωθεί με δόξα. Ο ασεβής θα δει, και θα οργιστεί. θα τρίξει τα δόντια του, και θα διαλυθεί. η επιθυμία των ασεβών θα απολεστεί.»

Ο άνθρωπος που φοβάται τον Κύριο θα είναι ευλογημένος. Και ένα από τα πράγματα που ο άνθρωπος που φοβάται τον Κύριο κάνει είναι να δίνει στους φτωχούς. Είναι γενναιόδωρος όταν δίνει. «Σκορπίζει». Δεν είναι τσιγκούνης. Ο Θεός είναι η επάρκεια του. Και όπως η προς Κορινθίους Β μας είπε, ο Θεός ο ίδιος εγγυάται ότι όταν δίνει κανείς ελεύθερα στους φτωχούς δεν πρόκειται να μείνει από σπόρο. Όπως μας λέει:

Προς Κορινθίους Β 9:9-15
«Αυτός, μάλιστα, που χορηγεί τον σπόρο σ' αυτόν που σπέρνει, και ψωμί για τροφή, είθε να χορηγήσει και να πληθύνει τον σπόρο σας, και να αυξήσει τα γεννήματα της δικαιοσύνης σας). καθώς γίνεστε πλούσιοι σε κάθε τι, με κάθε γενναιοδωρία, που εργάζεται μέσα από μας ευχαριστία στον Θεό. Επειδή, η διακονία αυτής της υπηρεσίας όχι μονάχα αναπληρώνει ολοκληρωτικά τις στερήσεις των αγίων, αλλά και περισσεύει διαμέσου πολλών ευχαριστιών προς τον Θεό, (για τον λόγο ότι, δοκιμάζοντας αυτή τη διακονία, δοξάζουν τον Θεό για την υποταγή της ομολογίας σας στο ευαγγέλιο του Χριστού, και για τη γενναιοδωρία της μετάδοσης σ' αυτούς και σε όλους), και για τη δέησή τους για σας, οι οποίοι σας επιποθούν για την υπερβολικά μεγάλη χάρη τού Θεού επάνω σας. Ευχαριστία, όμως, ανήκει στον Θεό, για την ανεκδιήγητη δωρεά του.»

Ο Θεός ο οποίος προμηθεύει τον σπόρο στον σπορέα και το ψωμί για το φαγητό θα προμηθεύσει πολλαπλάσια το σπόρο που σπείραμε έτσι ώστε να μπορούμε να σπείρουμε ακόμα περισσότερο. Και επιπρόσθετα τα δώρα αυτά φέρνουν δόξα στον Θεό καθώς οι αποδέκτες θα τον δοξάζουν γι’ αυτά.

Συμπέρασμα από την μελέτη της προς Κορινθίους Β 8-9

Ας συνοψίσουμε τώρα τα όσα μάθαμε από την μελέτη της προς Κορινθίους Β 8-9. Όπως είπαμε αυτά τα δυο κεφάλαια περιέχουν πλήθος πληροφοριών σχετικά με τις αρχές που διέπουν τις δωρεές ή συνεισφορές προς τους αγίους στην Καινή Διαθήκη. Εδώ είναι τα κυριότερα σημεία:

Α. Αυτό για το οποίο η προς Κορινθίους Β 8-9 μας μιλάει είναι για δώρα δοσμένα με χάρη. Δεν μιλάει για δέκατα και δεκατιστές αλλά για δώρα και δότες.

Β. Ο σκοπός των συνεισφορών ήταν η υποστήριξη των φτωχών αγίων της Ιερουσαλήμ. Η υποστήριξη των φτωχών αδελφών δεν είναι ο μόνος σκοπός των δωρεών – και θα δούμε περισσότερους καθώς προχωράμε – είναι όμως ένας από τους σημαντικότερους.

Γ. Πρέπει κανείς να δίνει ελεύθερα και όχι από εξαναγκασμό.

Δ. Επίσης σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πρέπει κανείς να δίνει: η επιθυμία είναι προαπαιτούμενο των δωρεών. Είναι το κύριο κίνητρο. Δεν υπάρχει χώρος στην προς Κορινθίους Β για δώρα που δίνονται λόγω κατάκρισης ή επειδή είναι τάχα «υποχρεωτικό».

Ε. Πρέπει να δίνει κανείς σύμφωνα με τα όσα έχει και όχι σύμφωνα με τα όσα δεν έχει. Δεν υπάρχει κανένα ποσοστό αναφορικά με το πόσο πρέπει κανείς να δίνει. Όλα είναι συνδυασμός δυο πραγμάτων: α) της επιθυμίας και β) της ικανότητας δηλαδή «σύμφωνα με τα όσα κανείς έχει». Τώρα μιλώντας για επιθυμία, ένα πραγματικός Χριστιανός στην καρδιά του οποίου είναι η αγάπη του Θεού δεν κλείνει τα σπλάχνα του στους αδελφούς που έχουν ανάγκη. Ο Ιωάννης κάνει ξεκάθαρο ότι αν κάποιος «βλέπει τον αδελφό του να έχει ανάγκη, κλείσει όμως τα σπλάχνα του απέναντί του, πώς η αγάπη τού Θεού μπορεί να μένει μέσα του;» (Ιωάννου Α 3:16-18)

Ζ. Ο Παύλος ήθελε το δώρο να είναι μια πράξη γενναιοδωρίας των Κορινθίων και όχι μια πράξη πλεονεξίας από την πλευρά του, όπου κατά κάποιο τρόπο θα έπαιρνε το δώρο από του Κορινθίους μέσω πρόκλησης ενόχων ή χειραγώγησης των πιστών. Σε αντίθεση με πολλούς σήμερα ο Παύλος δεν χρησιμοποιούσε ενοχές και κατάκριση για να πάρει το δώρο. Το δώρο δεν είναι το μόνο που είναι σημαντικό. Εξίσου σημαντικό είναι και πως δίνεται. Χρησιμοποιώντας ενοχές σαν κίνητρο είναι λάθος. Το μόνο σωστό κίνητρο που βλέπω στην Γραφή είναι επιθυμία από την καρδιά για να δώσει κανείς.

Η. Όπως είδαμε το δώρο δεν πρέπει να δίνεται «με λύπη ή από ανάγκη». Αντ’ αυτού θα πρέπει να δίνεται με χαρά. «Τον πρόσχαρο δότη αγαπάει ο Θεός». Και πάλι λοιπόν βλέπουμε ότι το δώρο από μόνο του δεν είναι αρκετό . Εξίσου σημαντικό είναι το πώς το δίνει κανείς και ποιο είναι το κίνητρο.

Θ. Οποίος σπείρει με αφθονία θα θερίσει και με αφθονία και οποίος σπείρει με φειδωλία θα θερίσει κιόλας με φειδωλία. Αν θέλεις ένα νόμο αυτός είναι ο νόμος, μια αρχή που δεν πρόκειται ποτέ να παραβιαστεί. Το να δίνει κανείς είναι σαν να ρίχνει σπόρο στην γη. Ρίχνεις πολύ σπόρο, θερίζεις πολύ. Δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ένα θερισμό οικονομικό ή μόνο οικονομικό. Η Γραφή μιλάει για θερισμό, για καρπό δηλαδή και αυτός μπορεί να περιλαμβάνει διάφορους τομείς στους οποίους καρπός μπορεί να έρθει. Ο Παύλος δεν το λέει αυτό για να δελεάσει τους πιστούς να δώσουν από πλεονεξία, για να μαζέψουν δηλαδή πιο πολλά. Η πλεονεξία είναι αμαρτία και δεν μπορεί να είναι κίνητρο για οτιδήποτε καλό. Αντίθετα το λέει αυτό για να κάνει καθαρά τα δεδομένα και ότι υπάρχει ένας νόμος που διέπει το δόσιμο: ο νόμος της σποράς και του θερισμού και σύμφωνα μ’ αυτόν τον νόμο όποιος δίνει πολύ θερίζει και πολύ κιόλας.

Ι. Ο Θεός ο ίδιος μας υπόσχεται ότι δεν πρόκειται να πέσει κανείς σε ανάγκη δίνοντας γενναιόδωρα. Το εγγυάται αυτό ο ίδιος. Όπως ο Λόγος μας λέει: «Είναι δυνατός ο Θεός να σας δώσει με περίσσεια κάθε χάρη, ώστε έχοντας πάντοτε κάθε αυτάρκεια, σε κάθε τι, να περισσεύετε σε κάθε έργο αγαθό.» ΚΑΘΕ χάρη, ΚΑΘΕ αυτάρκεια σε ΚΑΘΕ τι, ΠΑΝΤΟΤΕ. Πιο καθαρό δεν γίνεται. Υπάρχει εγγυητής πίσω από αυτή την υπόσχεση και αυτός είναι ο ΘΕΟΣ ο ίδιος.

Κ. Τέλος ο Παύλος έπαιρνε μέτρα για να μην επιτρέψει σε κανένα να τον κατηγορήσει για την διαχείριση του δώρου. Ήταν πλήρως διαφανής αναφορικά με το δώρο και την χρήση του.